Απόφαση Δ.Εφ.Αθ. 3466/2015 (7ο τριμ.)
Ο κανόνας της ενημέρωσης, ο οποίος απορρέει από τα άρθρα 20 παρ.1 και 25 παρ.1 του Συντάγματος, σε συνδυασμό και με την παράγραφο 3 του άρθρου 10 αυτού, επιβάλλει στη Διοίκηση την υποχρέωση και το καθήκον να ενημερώνει το διοικούμενο σε κάθε περίπτωση. Ειδικότερα, η Διοίκηση οφείλει να ενημερώνει το διοικούμενο όχι μόνο για τη δυνατότητα ασκήσεως ενδικοφανών προσφυγών ή ενδίκων μέσων όταν εκδίδει και κοινοποιεί διοικητική πράξη, αλλά κυρίως να πληροφορεί αυτόν επαρκώς και προσηκόντως για τις διοικητικές πράξεις, οι οποίες συνάγονται από τη σιωπή ή την αδράνειά της. Τούτο δε διότι:
α) με βάση γενικό δικονομικό κανόνα καμία προθεσμία ενδίκου μέσου δεν αρχίζει να τρέχει, εάν ο διοικούμενος δεν λάβει γνώση ασφαλώς (πρβλ. ΑΕΔ 2/1999) της αμφισβητουμένης πράξεως και
β) βάσει των αρχών της χρηστής διοικήσεως και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του διοικουμένου, πρέπει να διασφαλίζεται το δικαίωμά του στη δικαστική προστασία, δυνατότητα, η οποία αποτελεί βασική αρχή του Κράτους δικαίου.
Συμφώνως με το άρθρο 63 παράγραφο 3 του Κ.Δ.Δικ. αίρεται το απαράδεκτο του ενδίκου βοηθήματος στην περίπτωση της μη τηρήσεως της νόμιμης προδικασίας, όταν η Διοίκηση δεν έχει ενημερώσει το διοικούμενο για την πρόβλεψη και τους όρους ασκήσεως ενδικοφανούς προσφυγής, ενώ δεν υπάρχει πρόβλεψη όταν η Διοίκηση δεν του παρέχει στοιχεία περί της νόμιμης προθεσμίας για τη ρητή απόφανση του διοικητικού οργάνου επί της υποβληθείσας ενδικοφανούς προσφυγής του ή της προθεσμίας για τη συναγωγή παραλείψεως, ώστε να ασκηθεί ακολούθως το προβλεπόμενο ένδικο μέσο, το Δικαστήριο, κρίνει, ότι στα πλαίσια των άρθρων 20 παρ.1 του Συντάγματος, αλλά και του άρθρου 6 παρ.1 της ΕΣΔΑ, κατά το οποίο << Παν πρόσωπον έχει δικαίωμα όπως η υπόθεσίς του δικασθή δικαίως......>>, καθώς και της αρχής της επιείκειας προς τον διοικούμενο, αίρεται και το απαράδεκτο στην περίπτωση κατά την οποία η Διοίκηση δεν έχει ενημερώσει το διοικούμενο ούτε για τη συντέλεση της παραλείψεώς της να εκδώσει πράξη, ούτε για την πρόβλεψη και τις προϋποθέσεις ασκήσεως ενδίκου βοηθήματος κατ' αυτής.
Η φορολογική Διοίκηση με τις οικείες καταλογιστικές πράξεις ναι μεν ενημέρωσε τον προσφεύγοντα για την άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής, αυτός δε υπέβαλε ενώπιον αυτής (Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π.) σχετική ενδικοφανή προσφυγή προς τη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών της Γ.Γ.Δ.Ε. του Υπουργείου Οικονομικών, όμως δεν ενημέρωσε αυτόν και για την πρόβλεψη ειδικότερης προθεσμίας απόφανσης της εν λόγω Επιτροπής, συμφώνως με την οικεία φορολογική διάταξη, δικονομική προθεσμία την οποία ο προσφεύγων αδυνατούσε να γνωρίζει ακριβώς, λόγω του αυξημένου αριθμού των τεθέντων φορολογικών κανόνων δικαίου ιδίως ως προς τη σύσταση και τη λειτουργία της Επιτροπής αυτής, αλλά εν όψει του τεχνικού και ιδιαίτερα λεπτομερειακού χαρακτήρα της διαδικασίας ενώπιον αυτής και, συνεπώς, αυτός δεν ήτο δυνατό να γνωρίζει και τις έννομες συνέπειες από την άπρακτη πάροδο της προθεσμίας, την οποία τάσσει ο νόμος στην ως άνω Επιτροπή για να αποφανθεί επί της υποβληθείσας ενδικοφανούς προσφυγής, κρίνει, ότι αίρεται το απαράδεκτο λόγω εκπροθέσμου της υπό κρίση προσφυγής, η οποία ασκήθηκε εντός ευλόγου χρόνου, εν όψει, άλλωστε και του ότι ο προσφεύγων κατέβαλε εν προκειμένω, -λαμβανομένων υπ' όψιν και των ειδικών συνθηκών της υποθέσεώς του, τη δέουσα επιμέλεια (σχετ. έγγραφο της Επιτροπής περί εκπνοής της προθεσμίας αποφάσεώς της, χωρίς όμως να προκύπτει και κοινοποίηση αυτού στον προσφεύγοντα), η οποία σε κάθε περίπτωση δεν όφειλε να φθάσει μέχρι την τεκμαιρόμενη γνώση της συντελέσεως της παραλείψεως της Επιτροπής, παράλειψη η οποία, εξ άλλου, δεν δύναται να εξομοιωθεί πλήρως με την έκδοση και κοινοποίηση ρητής πράξεως της εν λόγω Επιτροπής, ώστε να εκκινήσει η σχετική προθεσμία για την άσκηση κατ' αυτής προσφυγής.
Taxheaven